Σχολικές εργασίες: Μια σύντομη ιστορική αναδρομή
Σε ολόκληρο τον κόσμο, οι ομαδική εργασία είναι αυτή που φέρνει τα καλύτερα αποτελέσματα. Για σχεδόν κάθε προσπάθεια, όπως η εκτόξευση ενός διαστημικού λεωφορείου, ο σχεδιασμός μιας εκστρατείας μάρκετινγκ, η διεξαγωγή μιας δίκης, ή ακόμα η πραγματοποίηση μιας έκθεσης τέχνης, μπορείτε να βρείτε μια διεπιστημονική ομάδα που εργάζεται για να το κάνει να συμβεί.
Όταν η εργασία λαμβάνει χώρα στην τάξη, οι μαθητές έχουν τη δυνατότητα να εμπλακούν σε προβλήματα του πραγματικού κόσμου. Αντί για παράδειγμα να μάθουν τα θεωρητικά της διατροφής, οι μαθητές ενεργούν ως σύμβουλοι για την ανάπτυξη ενός πιο υγιεινού μενού του σχολικού κυλικείου. Αντί για τη γνώση του παρελθόντος από ένα εγχειρίδιο, οι μαθητές γίνονται ιστορικοί, κάνοντας ένα ντοκιμαντέρ για ένα γεγονός που άλλαξε την ιστορία της περιοχής τους.
Ειδικά όταν εμπλέκεται η σύγχρονη τεχνολογία, η μάθηση μέσω εργασιών μπορεί να δίνει την αίσθηση οτι είναι ιδέα του 21ου αιώνα, αλλά ουσιαστικά προέρχεται από το παρελθόν.
Ο Κομφούκιος και ο Αριστοτέλης ήταν από τους πρώτους υποστηρικτές της μάθησης μέσω της πράξης. Ο Σωκράτης δημιούργησε το πρότυπο της μάθησης μέσω ερωτήσεων, έρευνας και κριτικής σκέψης. Ο αμερικανικός, εκπαιδευτικός, θεωρητικός και φιλόσοφος του 20ου αιώνα, John Dewey, υποστήριξε τη μάθηση που είναι θεμελιωμένη στην εμπειρία και οδηγείται από το ενδιαφέρον των μαθητών. Ο Dewey αμφισβήτησε την παραδοσιακή άποψη του μαθητή ως παθητικό δέκτη της γνώσης. Όπως χαρακτηριστικά τόνισε, "Η εκπαίδευση δεν είναι προετοιμασία για τη ζωή. Η Εκπαίδευση είναι η ίδια η ζωή."
Η Maria Montessori ξεκίνησε ένα διεθνές κίνημα κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα με την προσέγγισή της στη μάθηση κατά την πρόωρη παιδική ηλικία. Έδειξε μέσω της πράξης, ότι η εκπαίδευση θα συμβεί "όχι ακούγοντας λόγια, αλλά με εμπειρίες από το περιβάλλον." Η ιταλίδα παθολόγος και ειδική την ανάπτυξη των παιδιών πρωτοστάτησε στη δημιουργία μαθησιακού περιβάλ-λοντος που βοηθά στη δημιουγία ανθρώπων ικανών να προσαρμόζονται και να λύνουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Ο Jean Piaget, ο Ελβετός ψυχολόγος, μας βοήθησε να καταλάβουμε πώς θα δίνουμε νόημα στις εμπειρίες μας σε διαφορετικές ηλικίες. Η διορατικότητά του έθεσε τα θεμέλια για την εποικοδομητική προσέγγιση στην εκπαίδευση, στην οποία οι μαθητές βασιζόμενοι σε αυτό που ήδη γνωρίζουνε κάνουν ερωτήσεις, διερευνούν και αλληλεπδρούν με άλλους, σκεφτόμενοι τις εμπειρίες τους.
Η φιλοσοφία των ερευνητικών εργασιών προέρχεται από τις μαθησιακές θεωρίες του εποικοδομητισμού (constructivist learning) των Piaget, Dewey, Vygotsky, and Freire μεταξύ άλλων.
Μαθαίνοντας από την πραγματική ζωή
Πατώντας πάνω σε αυτό το θεωρητικό υπόβαθρο, η βασιζόμενη στην πράξη μάθηση προέκυψε περισσότερο από μισό αιώνα πριν, ως πρακτική στρατηγική διδασκαλίας στην ιατρική, τη μηχανική, την οικονομία, και άλλους κλάδους. Με την προσέγγιση αυτή, οι μαθητές καλούνται να λύσουν προβλήματα ή να κάνουν προσομοιώσεις που μιμούνται την πραγματική ζωή. Αν και αν τα προβλήματα είναι εκ των προτέρων καθορισμένα από τον εκπαιδευτή, τείνουν να είναι πολύπλοκα, και δεν μπορούν να λυθούν από μία "σωστή" ή εύκολη να βρεθεί απάντηση. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο οι φοιτητές της ιατρικής, για παράδειγμα, να μαθαίνουν για τη διάγνωση και τη θεραπεία των ασθενών, κάτι που δεν μπορούν να μάθουν σε μια αίθουσα διαλέξεων. Σε αντίθεση με την εκπαίδευση που κατευθύνεται από το σχολικό βιβλίο, η βασισμένη στην πράξη εκπαίδευση θεωρεί το μαθητή υπεύθυνο να κάνει τις απαραίτητες ερωτήσεις και να ανακαλύπτει τις απαντήσεις.
Έτοιμοι για μια νέα εποχή
Μια σειρά από τάσεις έχουν συμβάλει στην υιοθέτηση του συγκεκριμένου μοντέλου μάθησης ως την βασική στρατηγική για την εκπαίδευση του 21ου αιώνα. Οι Γνωσιακοί επιστήμονες έχουν βοηθήσει στην κατανόηση του πώς μαθαίνουμε και πώς αρχίζουμε να σκεφτόμαστε σε υψηλότερο επίπεδο. Επιστημονικά πεδία όπως οι νευροεπιστήμες και η κοινωνική ψυχολογία συνέβαλαν στην κατανόησή μας για το ποιες συνθήκες δημιουργούν το καλύτερο περιβάλλον για μάθηση. Ο πολιτισμός, το πλαίσιο, όπως και η κοινωνική φύση της μάθησης, παίζουν το ρόλο τους στη διαμόρφωση της εμπειρίας του μαθητή.
Ποιος είναι ο λόγος που αυτή η προσέγγιση έχει περισσότερες πιθανότητες από την αποστήθιση να οδηγήσει σε βαθύτερη κατανόηση; Η σχέση με την πραγματικότητα είναι ένας βασικός λόγος. Οι εργασίες δίνουν στους μαθητές ένα ρεαλιστικό πλαίσιο για την εκμάθηση, δημιουργώντας τους την "ανάγκη να γνωρίζουν». Το κίνητρο είναι ένας άλλος παράγοντας. Τα έργα προσφέρουν στους μαθητές την επιλογή και τη φωνή, προσωποποιώντας τη μαθησιακή εμπειρία. Οι μαθητές πρέπει να εξετάσουν και να αξιολογήσουν πολλαπλές λύσεις και να υπερασπίζονται τις επιλογές τους. Όλες αυτές οι δραστηριότητες εξασκούν ανωτέρου επιπέδου δεξιότητες σκέψης.
Μια άλλη τάση που ενισχύει το ενδιαφέρον για τις σχολικές εργασίες είναι η εξελισσόμενη έννοια της εκπαίδευσης. Σήμερα, οι μαθητές πρέπει να είναι σε θέση να πλοηγηθούν και να αξιολογήσουν μια τεράστια αποθήκη πληροφοριών. Αυτό απαιτεί ευχέρεια στον τομέα της τεχνολογίας σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης. Η εκπαίδευση με τη βοήθεια εργασιών προσφέρει στους μαθητές την ευκαιρία όχι μόνο να κατανοήσουν αυτές τις πληροφορίες, αλλά και να τις επεκτείνουν με τη δική τους συνεισφορά.
Τέλος, οι μαθητές του σήμερα θα αντιμετωπίσουν σύνθετες προκλήσεις, όταν ολοκληρώσουν την επίσημη εκπαίδευσή τους. Το να γνωρίζουν πώς να λύνουν προβλήματα, να εργάζονται συλλογικά, και να σκέφτονται με τρόπο καινοτόμο αποτελούν πλέον βασικές δεξιότητες, όχι μόνο για την επαγγελματική τους αποκατάσταση, αλλά και για την αντιμετώπιση δύσκολων θεμάτων στις τοπικές κοινότητες και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Για να ανταποκριθεί σε αυτές τις σύνθετες απαιτήσεις, ένας αυξανόμενος αριθμός εκπαιδευτικών, σχολείων, ακόμα και κρατών έχουν υιοθετήσει εκπαιδευτικά συστήματα βασισμένα στις εργασίες (projects).
Νέες προκλήσεις για τους εκπαιδευτικούς
Η μάθηση που βασίζεται σε εργασίες είναι ιδιαίτερα απαιτητική από τους μαθητές, αλλά και τους εκπαιδευτικούς. Ειδικά για τους εκπαιδευτικούς που δεν έχουν εργαστεί ποτέ με αυτό τον τρόπο, για την ενασχόληση με εργασίες απαιτούνται ικανότητες σχεδιασμού και διαχείρισης, που μπορεί να τους είναι και άγνωστες. Επιπλέον, οι εκπαιδευτικοί αποκτούν πλέον το ρόλο του διευκολυντή, παρά του ειδήμονα μέσα στην τάξη.
Όσο κερδίζει έδαφος αυτό το μοντέλο εκπαίδευσης, η εκπαιδευτική κοινότητα θα συνεχίσει να ανταλλάσσει ιδέες και να συνεργάζεται στην πραγματοποίηση εργασιών, καθιστώντας αυτόν τον τρόπο προετοιμασίας των μαθητών για το μέλλον ακόμα καλύτερο.
Πηγή: http://www.edutopia.org/project-based-learning-history